Στα χρηματοδοτικά εργαλεία και προϊόντα που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την αντιμετώπιση των προβλημάτων χρηματοδότησης που αντιμετωπίζουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις της χώρας εστίασε την ομιλία του, στο συνέδριο της ΓΣΕΒΕΕ με θέμα: «Προτάσεις ενεργοποίησης 7 χρηματοδοτικών εργαλείων και προϊόντων για τη βελτίωση της πρόσβασης των ΜμΕ στη Ρευστότητα», ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ κ. Βασίλης Κορκίδης.
Μεταξύ άλλων, ο κ. Κορκίδης επανέλαβε την πρόταση της Συνομοσπονδίας για την ίδρυσης Αναπτυξιακής Τράπεζας Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων και τον καταλυτικό ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν σε αυτήν την πρωτοβουλία οι Συνεταιριστικές Τράπεζες.
Επιπλέον, αναφέρθηκε στην προοπτική παροχής μικροπιστώσεων, που μπορεί να αναθερμάνει την ελληνική οικονομία. Όπως σημείωσε, η χρηματοδότηση επιχειρηματικών σχεδίων με ποσά της τάξεως των 5.000-15.000 ευρώ, αναμένεται να προσδώσει την απαραίτητη ώθηση σε νέους κυρίως επιχειρηματίες, καλύπτοντας την καταγεγραμμένη έλλειψη ιδίων κεφαλαίων. Παράλληλα και σε βάθος χρόνου θα αποδειχθεί μία κερδοφόρα τακτική και για τα πιστωτικά ιδρύματα, καθώς λόγω της ευρείας διασποράς οδηγεί σε περιορισμό του ρίσκου/κινδύνου που αυτά αναλαμβάνουν.
Ακόμη αναφέρθηκε σε νέες πηγές χρηματοδότησης όπως οι θεσμοί Crowdfunding και Venture Capital, αλλά και στην αξιοποίηση προγραμμάτων κρατικής ή κοινοτικής ενίσχυσης.
Η ομιλία του κ. Κορκίδη στο συνέδριο της ΓΣΕΒΕΕ:
«Ο επταετής υφεσιακός κύκλος στον οποίο έχει εισέλθει η ελληνική οικονομία, έχει άμεσο αρνητικό αντίκτυπο στην προσπάθεια επιβίωσης των πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, καθώς η απρόσκοπτη πρόσβαση στις πηγές χρηματοδότησης καθίσταται ολοένα και πιο δυσχερής.
Τα προβλήματα που αντιμετώπισε και τα οποία καλείται να διευθετήσει το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, με κυριότερο όλων το νευραλγικής σημασίας ζήτημα της επιτυχούς ανακεφαλαιοποίησης των πιστωτικών ιδρυμάτων, συνετέλεσαν στην ανεπαρκή προσφορά πιστώσεων, στις υπερβολικά υψηλές επιτοκιακές επιβαρύνσεις των δανειοληπτών, καθώς επίσης και στην απαίτηση σχεδόν απαγορευτικών εξασφαλίσεων.
Τα ανωτέρω συνθέτουν ένα έντονα αποτρεπτικό μίγμα παραγόντων, όσον αφορά στην ανάληψη οποιασδήποτε επιχειρηματικής/επενδυτικής πρωτοβουλίας, ακόμη και αν αυτή συνδυάζεται με την παράλληλη αξιοποίηση προγραμμάτων κρατικής ή κοινοτικής ενίσχυσης.
Μεταξύ άλλων, ο κ. Κορκίδης επανέλαβε την πρόταση της Συνομοσπονδίας για την ίδρυσης Αναπτυξιακής Τράπεζας Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων και τον καταλυτικό ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν σε αυτήν την πρωτοβουλία οι Συνεταιριστικές Τράπεζες.
Ακόμη αναφέρθηκε σε νέες πηγές χρηματοδότησης όπως οι θεσμοί Crowdfunding και Venture Capital, αλλά και στην αξιοποίηση προγραμμάτων κρατικής ή κοινοτικής ενίσχυσης.
Η ομιλία του κ. Κορκίδη στο συνέδριο της ΓΣΕΒΕΕ:
«Ο επταετής υφεσιακός κύκλος στον οποίο έχει εισέλθει η ελληνική οικονομία, έχει άμεσο αρνητικό αντίκτυπο στην προσπάθεια επιβίωσης των πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, καθώς η απρόσκοπτη πρόσβαση στις πηγές χρηματοδότησης καθίσταται ολοένα και πιο δυσχερής.
Τα προβλήματα που αντιμετώπισε και τα οποία καλείται να διευθετήσει το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, με κυριότερο όλων το νευραλγικής σημασίας ζήτημα της επιτυχούς ανακεφαλαιοποίησης των πιστωτικών ιδρυμάτων, συνετέλεσαν στην ανεπαρκή προσφορά πιστώσεων, στις υπερβολικά υψηλές επιτοκιακές επιβαρύνσεις των δανειοληπτών, καθώς επίσης και στην απαίτηση σχεδόν απαγορευτικών εξασφαλίσεων.
Τα ανωτέρω συνθέτουν ένα έντονα αποτρεπτικό μίγμα παραγόντων, όσον αφορά στην ανάληψη οποιασδήποτε επιχειρηματικής/επενδυτικής πρωτοβουλίας, ακόμη και αν αυτή συνδυάζεται με την παράλληλη αξιοποίηση προγραμμάτων κρατικής ή κοινοτικής ενίσχυσης.
Προς επίρρωση των παραπάνω ισχυρισμών, η προσφάτως δημοσιευθείσα Ενημερωτική Έκθεση της ΕΟΚΕ για την πρόσβαση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στη χρηματοδότηση της περιόδου 2014-2020, υπογραμμίζει την ανάγκη για την υιοθέτηση και εφαρμογή άμεσων μέτρων, έτσι ώστε η διόδευση πόρων στην πραγματική οικονομία να καταστεί ευκολότερη και να χαρακτηρίζεται από όρους διαφάνειας.
Τα σημαντικότερα προσκόμματα στη δανειοδότηση των πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων σχετίζονται με: το υψηλό κόστος δανειοδότησης, τις έντονα γραφειοκρατικές διαδικασίες, την ανεπαρκή διαθέσιμη πληροφόρηση, τη δυσκολία υιοθέτησης καινοτόμων εφαρμογών και υπηρεσιών R&D, τη μη αξιοποίηση διεθνών βέλτιστων πρακτικών, το σχεδιασμό χρηματοδοτικών εργαλείων που στην πραγματικότητα δεν ικανοποιούν τις ανάγκες της αγοράς (προγράμματα Jeremie, Jessica της ΕΤεΠ) αλλά και με την μη εκπόνηση από πλευράς επιχειρηματιών αξιόπιστων και επαρκώς τεκμηριωμένων business plans.
Η ΕΣΕΕ ανταποκρινόμενη στο θεσμικό της ρόλο, έχει επανειλημμένως υποβάλλει και εξακολουθεί να επεξεργάζεται και να καταθέτει στοχευμένες προτάσεις, οι οποίες -εφόσον εισακουσθούν- δύνανται να αντιμετωπίσουν ριζικά τα προαναφερθέντα προβλήματα. Στη βελτίωση της υφιστάμενης κατάστασης εποικοδομητικό ρόλο μπορεί να διαδραματίσει και η σύσταση μίας διαρκούς διακομματικής ομάδας ΜμΕ, καθώς η ροή πληροφόρησης και η συνεργασία μεταξύ των Κρατών-Μελών της Κοινότητας θα αναδείξει τις διαστάσεις του προβλήματος και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Πρέπει να επισημανθεί πως μετά και την επιτυχημένη ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών, επείγει η επίσπευση της υλοποίησης συγκεκριμένων ενεργειών από πλευράς των τραπεζικών ιδρυμάτων και η άμεση χορήγηση πιστώσεων στους ενδιαφερομένους, καθώς πλέον τα χρονικά περιθώρια έχουν στενέψει επικίνδυνα, με τη βιωσιμότητα χιλιάδων μικρομεσαίων επιχειρήσεων να τίθεται εν αμφιβόλω.
Αναλυτικότερα, οι κατά καιρούς υποβληθείσες θέσεις της ΕΣΕΕ αναφορικά με την άρση των εμποδίων στην προσπάθεια διοχέτευσης πόρων στην πραγματική οικονομία, συνοψίζονται ως εξής:
1) Η προώθηση σύγχρονων χρηματοδοτικών εργαλείων, όπως οι Εγγυήσεις και τα Μικρο-δάνεια, μπορεί κάλλιστα να επιτελεστεί μέσω της ίδρυσης Αναπτυξιακής Τράπεζας Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων. Σε αυτήν την πρωτοβουλία καθοριστικός είναι ο ρόλος των Συνεταιριστικών Τραπεζών, καθώς το πανελλήνιο δίκτυο των εμπορικών και επαγγελματικών οργανώσεων που αποτελούν τα μέλη τους, σε συνδυασμό με την εθνική κάλυψη του δικτύου Εμπορικών Συλλόγων της ΕΣΕΕ, μπορεί να συμβάλλει στη χορήγηση πιστώσεων σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον εμπορικό κλάδο. Θα πρέπει να τονιστεί ότι η Αναπτυξιακή Τράπεζα ΜμΕ δεν θα έχει σκοπό να επικαλύψει το ρόλο των συστημικών τραπεζών, αλλά αντιθέτως, θα προσβλέπει στην περαιτέρω αξιοποίηση και επέκταση των υφιστάμενων δράσεών τους, μέσω σύγχρονων, ανταποκρινόμενων στις ανάγκες των επιχειρήσεων, χρηματοδοτικών εργαλείων (π.χ. εγγυημένα μικροδάνεια).
2) Δεδομένων των ιδιαιτεροτήτων που εμφανίζει η ελληνική Αγορά, η παροχή Μικροπιστώσεων συνιστά μία αξιόλογη προοπτική που αναμένεται να αναθερμάνει την εγχώρια οικονομία. Η χρηματοδότηση επιχειρηματικών σχεδίων με ποσά της τάξεως των 5.000-15.000 ευρώ, αναμένεται να προσδώσει την απαραίτητη ώθηση σε νέους κυρίως επιχειρηματίες, καλύπτοντας την καταγεγραμμένη έλλειψη ιδίων κεφαλαίων. Παράλληλα και σε βάθος χρόνου θα αποδειχθεί μία κερδοφόρα τακτική και για τα πιστωτικά ιδρύματα, καθώς λόγω της ευρείας διασποράς οδηγεί σε περιορισμό του ρίσκου/κινδύνου που αυτά αναλαμβάνουν. Ταυτόχρονα, η δυνατότητα συνδυασμού των μικροπιστώσεων με την χρήση εγγυοδοτικών προϊόντων, η συνεισφορά των οποίων στην τόνωση της επιχειρηματικότητας την τελευταία πενταετία υπήρξε καθοριστικής σημασίας, θα αποβεί άκρως ευεργετική για τον επιχειρηματικό κόσμο.
3) Η αναδιοργάνωση των υφιστάμενων δομών και η αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών των τραπεζών, συνιστά μία αδιαμφισβήτητα κοστοβόρα και χρονοβόρα διαδικασία. Μέρος του συγκεκριμένου κόστους θα μπορούσε να καλυφθεί, όπως έχει επανειλημμένως προτείνει η ΕΣΕΕ, μέσω κοινοτικών πόρων (προγράμματα ΕΣΠΑ), με την προϋπόθεση βεβαίως τα πιστωτικά ιδρύματα να ανταποδώσουν τη ληφθείσα ωφέλεια, προμηθεύοντας την αγορά με «φθηνό» χρήμα (μείωση επιτοκίων δανεισμού).
4) Σημαντική συνιστώσα του αυξημένου διοικητικού φόρτου, αποτελεί η έλλειψη μίας ομογενοποιημένης πλατφόρμας αιτήσεων που συμπληρώνονται και υποβάλλονται από τους ενδιαφερομένους στα τραπεζικά ιδρύματα, ενώ η απουσία ενός κοινού report που εκδίδουν σε μηνιαία βάση οι ενδιάμεσοι φορείς διαχείρισης (π.χ. ΕΤΕΑΝ), επιτείνει το ήδη διογκωμένο γραφειοκρατικό κόστος.
5) Κύριο ζητούμενο και πάγιο αίτημα του εμπορικού κόσμου είναι η υιοθέτηση λύσεων μόνιμου χαρακτήρα, από τις οποίες θα εκλείπει ο οριζόντιος χαρακτήρας και η εφαρμογή γενικευμένων διατάξεων. Η case by case ανάλυση περιπτώσεων μέσω της αξιολόγησης του εκπονηθέντος/υποβληθέντος από την επιχείρηση business plan, θα καταστήσει εφικτή την ανεύρεση λύσης ή συνδυασμό λύσεων (βραχυπρόθεσμου και μακροπρόθεσμου χαρακτήρα), που θα βοηθήσουν την επιχείρηση να καταστεί βιώσιμη και ικανή να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της. Προκειμένου λοιπόν να διασφαλιστεί ένα καθεστώς ισότιμης αντιμετώπισης των επιχειρήσεων, ενδείκνυται η υιοθέτηση κοινών κριτηρίων αναφορικά με τον καθορισμό της έννοιας "βιώσιμη επιχείρηση", εκ μέρους των πιστωτικών ιδρυμάτων. Ένα πρώτο βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση αποτελεί η διαμόρφωση μίας κοινής score card, έτσι ώστε να καθίσταται περισσότερο αντικειμενική η αξιολόγηση των πελατών.
6) Νέες πηγές χρηματοδότησης: οι θεσμοί Crowdfunding και Venture Capital:
Crowdfunding: Το crowdfunding (συμμετοχική χρηματοδότηση) είναι μία νέα δημοφιλής μέθοδος για την άντληση κεφαλαίων από μεγάλο αριθμό ενδιαφερόμενων, κατά κύριο λόγο μέσω του διαδικτύου. Έχει ως σημείο αναφοράς την άντληση κεφαλαίων για νεοσύστατες εταιρίες (startups) ή άλλα εμπορικά εγχειρήματα και λειτουργεί συνήθως μέσω μίας ιστοσελίδας, στην οποία έχει πρόσβαση το κοινό. Εκείνο που απαιτείται προκειμένου το συγκεκριμένο εγχείρημα να τύχει ευρύτερης αποδοχής και αναγνωρισιμότητας είναι η σύσταση ενός συντονιστικού φορέα, ο οποίος θα καθορίσει το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας και εποπτείας της συγκεκριμένης μορφής χρηματοδότησης.
Venture Capital: Αναφέρεται σε επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν πρόβλημα ρευστότητας ή ανεύρεσης ιδίων κεφαλαίων, με αντάλλαγμα τη συμμετοχή των επενδυτών (νέα Funds) στη διοίκηση της επιχείρησης. Πεδίο εφαρμογής του συγκεκριμένου σχήματος θα πρέπει να αποτελέσουν τόσο οι νεοφυείς επιχειρήσεις (start-ups) όσο και οι υφιστάμενες που χρήζουν αναδιάρθρωσης και οι οποίες, κατά κοινή ομολογία, αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία. Το Venture Capital μoιράζεται με μία επιχείρηση το ρίσκο και ως εκ τούτου περιμένει να αμειφθεί με υψηλές αποδόσεις, ισάξιες με εκείνες του επιχειρηματία. Και οι 2 προαναφερθέντες θεσμοί, παρ' όλη την περιορισμένη απήχηση που έχουν μέχρι στιγμής στο εγχώριο επιχειρείν, θα πρέπει να εξεταστούν σοβαρά, από τη στιγμή που συνιστούν τις μοναδικές εναλλακτικές επιλογές χρηματοδότησης.
7) H υφιστάμενη δράση και η υιοθετούμενη πολιτική της ΕΤΕπ, όπως αυτή αποτυπώνεται μέσω της υλοποίησης των προγραμμάτων Jeremie-Jessica, αποτυγχάνει να δώσει αποτελεσματικές λύσεις στο μείζον ζήτημα της ανεπαρκούς τραπεζικής ρευστότητας, εξαιτίας των προβλεπόμενων υπερβολικών και άκαμπτων κριτηρίων που εμπεριέχονται στα προγράμματά της (υψηλά επιτόκια και ζητούμενες εξασφαλίσεις). Τα υπάρχοντα προγράμματα επιμερισμού κινδύνου αποτυγχάνουν να προσελκύσουν το ενδιαφερόμενο κοινό, όχι μόνο εξαιτίας των δυσμενών όρων που περιλαμβάνουν αλλά και εξαιτίας των χρονοβόρων και κοστοβόρων διαδικασιών που απαιτούνται.
Παράλληλα, με τη μέχρι σήμερα εμπειρία, παρατηρήθηκε μεγάλο ποσοστό απόρριψης αιτημάτων χρηματοδότησης ενταγμένων επενδύσεων αλλά και άρνησης έκδοσης Εγγυητικών Επιστολών λήψης προκαταβολής της επιχορήγησης, ακόμη και όταν αυτή ζητούνταν μέσω υποβολής αίτησης στο πλαίσιο του προγράμματος εγγυοδοσίας της ΕΤΕΑΝ. Η χαμηλή απορροφητικότητα των συγκεκριμένων πόρων (1,5 δις ευρώ μόνο για το 2014) στερεί πολύτιμες ανάσες ρευστότητας από την πραγματική οικονομία, με συνέπεια να κρίνεται επιβεβλημένη η ελαστικοποίηση των όρων δανειοδότησης, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να σχεδιαστούν εργαλεία που θα προσιδιάζουν στις ιδιαιτερότητες της ελληνικής οικονομίας».
Τα σημαντικότερα προσκόμματα στη δανειοδότηση των πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων σχετίζονται με: το υψηλό κόστος δανειοδότησης, τις έντονα γραφειοκρατικές διαδικασίες, την ανεπαρκή διαθέσιμη πληροφόρηση, τη δυσκολία υιοθέτησης καινοτόμων εφαρμογών και υπηρεσιών R&D, τη μη αξιοποίηση διεθνών βέλτιστων πρακτικών, το σχεδιασμό χρηματοδοτικών εργαλείων που στην πραγματικότητα δεν ικανοποιούν τις ανάγκες της αγοράς (προγράμματα Jeremie, Jessica της ΕΤεΠ) αλλά και με την μη εκπόνηση από πλευράς επιχειρηματιών αξιόπιστων και επαρκώς τεκμηριωμένων business plans.
Η ΕΣΕΕ ανταποκρινόμενη στο θεσμικό της ρόλο, έχει επανειλημμένως υποβάλλει και εξακολουθεί να επεξεργάζεται και να καταθέτει στοχευμένες προτάσεις, οι οποίες -εφόσον εισακουσθούν- δύνανται να αντιμετωπίσουν ριζικά τα προαναφερθέντα προβλήματα. Στη βελτίωση της υφιστάμενης κατάστασης εποικοδομητικό ρόλο μπορεί να διαδραματίσει και η σύσταση μίας διαρκούς διακομματικής ομάδας ΜμΕ, καθώς η ροή πληροφόρησης και η συνεργασία μεταξύ των Κρατών-Μελών της Κοινότητας θα αναδείξει τις διαστάσεις του προβλήματος και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Πρέπει να επισημανθεί πως μετά και την επιτυχημένη ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών, επείγει η επίσπευση της υλοποίησης συγκεκριμένων ενεργειών από πλευράς των τραπεζικών ιδρυμάτων και η άμεση χορήγηση πιστώσεων στους ενδιαφερομένους, καθώς πλέον τα χρονικά περιθώρια έχουν στενέψει επικίνδυνα, με τη βιωσιμότητα χιλιάδων μικρομεσαίων επιχειρήσεων να τίθεται εν αμφιβόλω.
Αναλυτικότερα, οι κατά καιρούς υποβληθείσες θέσεις της ΕΣΕΕ αναφορικά με την άρση των εμποδίων στην προσπάθεια διοχέτευσης πόρων στην πραγματική οικονομία, συνοψίζονται ως εξής:
1) Η προώθηση σύγχρονων χρηματοδοτικών εργαλείων, όπως οι Εγγυήσεις και τα Μικρο-δάνεια, μπορεί κάλλιστα να επιτελεστεί μέσω της ίδρυσης Αναπτυξιακής Τράπεζας Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων. Σε αυτήν την πρωτοβουλία καθοριστικός είναι ο ρόλος των Συνεταιριστικών Τραπεζών, καθώς το πανελλήνιο δίκτυο των εμπορικών και επαγγελματικών οργανώσεων που αποτελούν τα μέλη τους, σε συνδυασμό με την εθνική κάλυψη του δικτύου Εμπορικών Συλλόγων της ΕΣΕΕ, μπορεί να συμβάλλει στη χορήγηση πιστώσεων σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον εμπορικό κλάδο. Θα πρέπει να τονιστεί ότι η Αναπτυξιακή Τράπεζα ΜμΕ δεν θα έχει σκοπό να επικαλύψει το ρόλο των συστημικών τραπεζών, αλλά αντιθέτως, θα προσβλέπει στην περαιτέρω αξιοποίηση και επέκταση των υφιστάμενων δράσεών τους, μέσω σύγχρονων, ανταποκρινόμενων στις ανάγκες των επιχειρήσεων, χρηματοδοτικών εργαλείων (π.χ. εγγυημένα μικροδάνεια).
2) Δεδομένων των ιδιαιτεροτήτων που εμφανίζει η ελληνική Αγορά, η παροχή Μικροπιστώσεων συνιστά μία αξιόλογη προοπτική που αναμένεται να αναθερμάνει την εγχώρια οικονομία. Η χρηματοδότηση επιχειρηματικών σχεδίων με ποσά της τάξεως των 5.000-15.000 ευρώ, αναμένεται να προσδώσει την απαραίτητη ώθηση σε νέους κυρίως επιχειρηματίες, καλύπτοντας την καταγεγραμμένη έλλειψη ιδίων κεφαλαίων. Παράλληλα και σε βάθος χρόνου θα αποδειχθεί μία κερδοφόρα τακτική και για τα πιστωτικά ιδρύματα, καθώς λόγω της ευρείας διασποράς οδηγεί σε περιορισμό του ρίσκου/κινδύνου που αυτά αναλαμβάνουν. Ταυτόχρονα, η δυνατότητα συνδυασμού των μικροπιστώσεων με την χρήση εγγυοδοτικών προϊόντων, η συνεισφορά των οποίων στην τόνωση της επιχειρηματικότητας την τελευταία πενταετία υπήρξε καθοριστικής σημασίας, θα αποβεί άκρως ευεργετική για τον επιχειρηματικό κόσμο.
3) Η αναδιοργάνωση των υφιστάμενων δομών και η αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών των τραπεζών, συνιστά μία αδιαμφισβήτητα κοστοβόρα και χρονοβόρα διαδικασία. Μέρος του συγκεκριμένου κόστους θα μπορούσε να καλυφθεί, όπως έχει επανειλημμένως προτείνει η ΕΣΕΕ, μέσω κοινοτικών πόρων (προγράμματα ΕΣΠΑ), με την προϋπόθεση βεβαίως τα πιστωτικά ιδρύματα να ανταποδώσουν τη ληφθείσα ωφέλεια, προμηθεύοντας την αγορά με «φθηνό» χρήμα (μείωση επιτοκίων δανεισμού).
4) Σημαντική συνιστώσα του αυξημένου διοικητικού φόρτου, αποτελεί η έλλειψη μίας ομογενοποιημένης πλατφόρμας αιτήσεων που συμπληρώνονται και υποβάλλονται από τους ενδιαφερομένους στα τραπεζικά ιδρύματα, ενώ η απουσία ενός κοινού report που εκδίδουν σε μηνιαία βάση οι ενδιάμεσοι φορείς διαχείρισης (π.χ. ΕΤΕΑΝ), επιτείνει το ήδη διογκωμένο γραφειοκρατικό κόστος.
5) Κύριο ζητούμενο και πάγιο αίτημα του εμπορικού κόσμου είναι η υιοθέτηση λύσεων μόνιμου χαρακτήρα, από τις οποίες θα εκλείπει ο οριζόντιος χαρακτήρας και η εφαρμογή γενικευμένων διατάξεων. Η case by case ανάλυση περιπτώσεων μέσω της αξιολόγησης του εκπονηθέντος/υποβληθέντος από την επιχείρηση business plan, θα καταστήσει εφικτή την ανεύρεση λύσης ή συνδυασμό λύσεων (βραχυπρόθεσμου και μακροπρόθεσμου χαρακτήρα), που θα βοηθήσουν την επιχείρηση να καταστεί βιώσιμη και ικανή να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της. Προκειμένου λοιπόν να διασφαλιστεί ένα καθεστώς ισότιμης αντιμετώπισης των επιχειρήσεων, ενδείκνυται η υιοθέτηση κοινών κριτηρίων αναφορικά με τον καθορισμό της έννοιας "βιώσιμη επιχείρηση", εκ μέρους των πιστωτικών ιδρυμάτων. Ένα πρώτο βήμα προς αυτήν την κατεύθυνση αποτελεί η διαμόρφωση μίας κοινής score card, έτσι ώστε να καθίσταται περισσότερο αντικειμενική η αξιολόγηση των πελατών.
6) Νέες πηγές χρηματοδότησης: οι θεσμοί Crowdfunding και Venture Capital:
Crowdfunding: Το crowdfunding (συμμετοχική χρηματοδότηση) είναι μία νέα δημοφιλής μέθοδος για την άντληση κεφαλαίων από μεγάλο αριθμό ενδιαφερόμενων, κατά κύριο λόγο μέσω του διαδικτύου. Έχει ως σημείο αναφοράς την άντληση κεφαλαίων για νεοσύστατες εταιρίες (startups) ή άλλα εμπορικά εγχειρήματα και λειτουργεί συνήθως μέσω μίας ιστοσελίδας, στην οποία έχει πρόσβαση το κοινό. Εκείνο που απαιτείται προκειμένου το συγκεκριμένο εγχείρημα να τύχει ευρύτερης αποδοχής και αναγνωρισιμότητας είναι η σύσταση ενός συντονιστικού φορέα, ο οποίος θα καθορίσει το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας και εποπτείας της συγκεκριμένης μορφής χρηματοδότησης.
Venture Capital: Αναφέρεται σε επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν πρόβλημα ρευστότητας ή ανεύρεσης ιδίων κεφαλαίων, με αντάλλαγμα τη συμμετοχή των επενδυτών (νέα Funds) στη διοίκηση της επιχείρησης. Πεδίο εφαρμογής του συγκεκριμένου σχήματος θα πρέπει να αποτελέσουν τόσο οι νεοφυείς επιχειρήσεις (start-ups) όσο και οι υφιστάμενες που χρήζουν αναδιάρθρωσης και οι οποίες, κατά κοινή ομολογία, αποτελούν τη συντριπτική πλειοψηφία. Το Venture Capital μoιράζεται με μία επιχείρηση το ρίσκο και ως εκ τούτου περιμένει να αμειφθεί με υψηλές αποδόσεις, ισάξιες με εκείνες του επιχειρηματία. Και οι 2 προαναφερθέντες θεσμοί, παρ' όλη την περιορισμένη απήχηση που έχουν μέχρι στιγμής στο εγχώριο επιχειρείν, θα πρέπει να εξεταστούν σοβαρά, από τη στιγμή που συνιστούν τις μοναδικές εναλλακτικές επιλογές χρηματοδότησης.
7) H υφιστάμενη δράση και η υιοθετούμενη πολιτική της ΕΤΕπ, όπως αυτή αποτυπώνεται μέσω της υλοποίησης των προγραμμάτων Jeremie-Jessica, αποτυγχάνει να δώσει αποτελεσματικές λύσεις στο μείζον ζήτημα της ανεπαρκούς τραπεζικής ρευστότητας, εξαιτίας των προβλεπόμενων υπερβολικών και άκαμπτων κριτηρίων που εμπεριέχονται στα προγράμματά της (υψηλά επιτόκια και ζητούμενες εξασφαλίσεις). Τα υπάρχοντα προγράμματα επιμερισμού κινδύνου αποτυγχάνουν να προσελκύσουν το ενδιαφερόμενο κοινό, όχι μόνο εξαιτίας των δυσμενών όρων που περιλαμβάνουν αλλά και εξαιτίας των χρονοβόρων και κοστοβόρων διαδικασιών που απαιτούνται.
Παράλληλα, με τη μέχρι σήμερα εμπειρία, παρατηρήθηκε μεγάλο ποσοστό απόρριψης αιτημάτων χρηματοδότησης ενταγμένων επενδύσεων αλλά και άρνησης έκδοσης Εγγυητικών Επιστολών λήψης προκαταβολής της επιχορήγησης, ακόμη και όταν αυτή ζητούνταν μέσω υποβολής αίτησης στο πλαίσιο του προγράμματος εγγυοδοσίας της ΕΤΕΑΝ. Η χαμηλή απορροφητικότητα των συγκεκριμένων πόρων (1,5 δις ευρώ μόνο για το 2014) στερεί πολύτιμες ανάσες ρευστότητας από την πραγματική οικονομία, με συνέπεια να κρίνεται επιβεβλημένη η ελαστικοποίηση των όρων δανειοδότησης, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να σχεδιαστούν εργαλεία που θα προσιδιάζουν στις ιδιαιτερότητες της ελληνικής οικονομίας».